ἀλληγορικῶν

ἀλληγορικῶν
ἀλληγορικός
figurative
fem gen pl
ἀλληγορικός
figurative
masc/neut gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

  • αρίσταρχος — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Τραγικός ποιητής από την Τεγέα (τέλη 6ου – τέλη 5ου αι. π.Χ.). Ήταν σύγχρονος αλλά μεγαλύτερος στην ηλικία από τον Ευριπίδη. Κατά τη Σούδα πήρε μέρος σε δραματικούς αγώνες για πρώτη φορά το 454 π.Χ., έγραψε 70… …   Dictionary of Greek

  • υπερερμηνευτική — η, Ν υπερβολική χρήση τής ερμηνευτικής για την ανεύρεση αλληγορικών εννοιών σε θρησκευτικά ιδίως κείμενα. [ΕΤΥΜΟΛ. < υπερ * + ερμηνεντική] …   Dictionary of Greek

  • Εβραίοι — Αρχαίος σημιτικός λαός από τη Χαλδαία, που εγκαταστάθηκε κατά τα τέλη της 2ης χιλιετίας π.Χ. στη Γη της Χαναάν. Η ονομασία του οφείλεται, κατά την παράδοση, στον Έβερ, απόγονο του Σημ, γιου του Νώε. Οι Ε. ονομάζονταν επίσης και Ισραηλίτες, όνομα… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Τέχνη (Αρχαιότητα) — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Η απαρχή της αρχαίας ελληνικής τέχνης τοποθετείται συνήθως περί το 1100 π.Χ., μετά την κάθοδο των Δωριέων. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ και την ανάγνωση των πινακίδων των ανακτόρων της Πύλου, των Μυκηνών, των… …   Dictionary of Greek

  • Ζεράρ, Φρανσουά — (François Gérard, Ρώμη 1770 – Παρίσι 1837). Γάλλος ζωγράφος. Γιος υπαλλήλου της γαλλικής πρεσβείας, υπήρξε μαθητής του Ογκίστ Παζού και του Μπρενέ, κυρίως όμως του Νταβίντ (1786). Ο Ζ. ανήκει στη δεύτερη γενιά των Γάλλων νεοκλασικών και, μαζί με… …   Dictionary of Greek

  • Λίπι, Φιλιπίνο — (Πράτο 1457; – Φλωρεντία 1504). Ιταλός ζωγράφος. Γιος του Φιλίπο Λίπι (βλ. λ.), άρχισε από πολύ νέος να ζωγραφίζει στο εργαστήριο του πατέρα του και συνέχισε την εκπαίδευσή του στο εργαστήριο του Μποτιτσέλι. Νεανικά έργα του θεωρούνται οι… …   Dictionary of Greek

  • Μιχαήλ Άγγελος — I Όνομα δύο δεσποτών της Ηπείρου. 1. Μ. Α’ Ά. Κομνηνός (12ος 13ος αι.). Ιδρυτής του δεσποτάτου της Ηπείρου, ενός από τα τρία ελληνικά κράτη που δημιουργήθηκαν μετά την κατάλυση της βυζαντινής αυτοκρατορίας από τους Φράγκους. Νόθος γιος του… …   Dictionary of Greek

  • Νατιέ, Ζαν-Μαρκ — (Jean Marc Nattier, 1685 – 1766). Γάλλος ζωγράφος. Είναι γνωστός ως ζωγράφος της Αυλής του Μεγάλου Πέτρου, για τον οποίο ζωγράφισε, μεταξύ των άλλων, και ένα πίνακα εμπνευσμένο από τη μάχη της Πολτάβας. Το 1718 έγινε ακαδημαϊκός και γνώρισε… …   Dictionary of Greek

  • Σαίκσπηρ, Ουίλιαμ — (Shakespeare). Άγγλος ποιητής και θεατρικός συγγραφέας (Στράτφορντ ov Αίηβον 1564 1616). Από τις ελάχιστες πληροφορίες που έχουμε για τη ζωή του, οι πιο αξιόπιστες είναι εκείνες που βγαίνουν από δικαστικά έγγραφα και μαρτυρίες συγχρόνων του. Γιος …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”